Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

22.2.18

ΣΑΡΑΝΤΟΣ ΚΑΡΓΑΚΟΣ: Φοβόμαστε να πούμε ότι η Μακεδονία είναι δική μας και δυστυχώς υποκύψαμε στο Σκοπιανό. Και μία συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζεμπέλη

«Δυστυχώς υποκύψαμε. Η ελληνική κυβέρνηση έκανε «κωλοτούμπες»για το Σκοπιανό.» Συνέντευξη με τον ιστορικό Σ Καργάκο
Ο ιστορικός και συγγραφέας Σαράντος Καργάκος στην συνέντευξη που μας παραχώρησε μιλά ξεκάθαρα για τα διπλωματικά λάθη των ελληνικών κυβερνήσεων στο θέμα της ονομασίας των Σκοπίων.
Η ελληνική κυβέρνηση έκανε κυβιστήσεις, τονίζει ο ιστορικός με αποτέλεσμα να έχουμε σκοπιανή εμπλοκή και να δεχθούμε όρους που δεν έπρεπε.
Ο όρος FYROM ήταν παγιδευτικός διότι το μόνο που έμενε από αυτόν ήταν η λέξη Μακεδονία και οι Σκοπιανοί υπήρξαν ανώτεροι ημών ως λαός και ως ηγεσία.
Εν’ω το 1992 πεινούσαν και όμως έμειναν ξεκάθαροι στις θέσεις τους, διότι μπορεί να ήταν γυμνοσκελής αλλά από διπλωματία ήξεραν.
Στην συνέντευξή του που χωρίζεται σε μέρη αναφέρεται σε ιστορικά λάθη, από πλευράς των ελλήνων ενώ εξηγεί τι σημαίνει η χρήση του ονόματος Μακεδονία από την πλευρά των Σκοπίων.
Στο πρώτο μέρος της συνέντευξης λέει ξεκάθαρα ότι θα υπάρξει μεγάλος κίνδυνος αν η Ελλάδα υποκύψει.
Μονοπωλούν το όνομα της Μακεδονίας, την ιστορία της Μακεδονίας μας και όποιος μονοπωλήσει το όνομα θα διεκδικήσει μονοπώλειο και για το έδαφος, συνεχίζει ο καθηγητής μιλώντας για τις κινήσεις που κάνουν οι Σκοπιανοί εξηγώντας ότι δεν θα σταματήσουν στο όνομα.
Φοβόμαστε εμείς οι Έλληνες να πούμε ότι η Μακεδονία είναι δική μας ; Γιατί; διερωτάται και αναφέρεται στο δεύτερο μέρος της συνέντευξής του στις μεγάλες δυνάμεις που έχουν ως απώτερο σκοπό να να διασπάσουν τα κράτη που έχουν ιστορία και παραδόσεις.
Να μην ξέρει ο λαός την ιστορία του και την παράδοσή του, αυτός είναι ο στόχος τους λέει ο ιστορικός.
Η Ελλάδα είναι το πρώτο πειραματόζωο της παγκοσμιοποίησης με την εξαφάνιση της γλώσσας και της ιστορίας της.
ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ΟΤΙ Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΗ ΜΑΣ
Ο Σαράντος Ι. Καργάκος γεννήθηκε στο Γύθειο το 1937. Στη διάρκεια του Εμφυλίου εγκαθίσταται στην Αθήνα. Σπούδασε κλασική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Πρωταγωνίστησε στο αμφισβητικό κίνημα των ετών 1961-1967 και υπήρξε ο εισηγητής του 15% για την παιδεία. Εργάσθηκε επί τριάντα πέντε έτη στα μεγαλύτερα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια των Αθηνών και στους μεγαλύτερους φροντιστηριακούς οργανισμούς, στους οποίους πάντα υπήρξε ιδρυτικό μέλος. 
Συνεργάσθηκε με τα περιοδικά Οικονομικός ΤαχυδρόμοςΚοινωνικές τομέςΙχνευτήςΕλλοπίαΆρδηνΕυθύνη και 4 Τροχοί. Επί τετραετία (1997-2001) ήταν αρθρογράφος, επιφυλλιδογράφος και κριτικός των εφημερίδων Ελεύθερος Τύπος και Τύπος της Κυριακής. Έχει γράψει πενήντα έξι βιβλία. Από αυτά ξεχωρίζουν οι γλωσσικές μελέτες Αλαλία και Αλεξία, η ιστορική μελέτη Από το μακεδονικό ζήτημα στην εμπλοκή των Σκοπίων, οι συλλογές δοκιμίων Προβληματισμοί: 'Ένας διάλογος με τους νέους (6 τόμοι) και Κινούμενη άμμος, το δίτομο ιστορικό έργο Ιστορία του ελληνικού κόσμου και του μείζονος χώρου, η επίσης ιστορική μελέτη Αλβανοί - Αρβανίτες - Έλληνες, η ογκώδης μονογραφία Αλεξανδρούπολη, μια νέα πόλη με παλιά ιστορία, η πολιτική μελέτη Παγκοσμιοποίηση: Προς ένα παγκόσμιο ολοκληρωτικό σύστημα εξουσίας. 
Από ποια ηλικία ξεκινήσατε να διαβάζετε; Ποια ήταν τα πρώτα σας αναγνώσματα;
Όσο και αν φαίνεται περίεργο, ο Όμηρος. Όταν επιστρέψαμε με τη λοιπή οικογένειά μου στο Γύθειο, μετά από τη φυγή των Γερμανών, από την πλούσια βιβλιοθήκη του πατέρα είχαν απομείνει σε πεζή μετάφραση του Κώστα Αθάνατου τα αθάνατα έπη. Επειδή απεχθανόμουν τα σχολικά αναγνώσματα «μου και α κάνουν μα, μαμά», άρχισα να μελετώ μετά μανίας την Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Μέχρι να φτάσω στην πέμπτη δημοτικού, είχα μάθει απ’ έξω τις πιο πολεμικές ραψωδίες. Αναπάντεχα είχε σωθεί και το Ομηρικό Λεξικό του Πανταζίδη. Από εκεί μάθαινα και τις πιο «χοντρές» λέξεις, δηλαδή όσες λέξεις είχαν πολλές ερμηνείες. Τελειώνοντας το δημοτικό είχα μάθει 500-600 λέξεις. Έτσι, στο γυμνάσιο ο Όμηρος μου φάνηκε παιχνιδάκι. Το ίδιο και στο πανεπιστήμιο. Τώρα που βρίσκομαι στο γέρμα της ζωής, μετά από τη συγγραφή 100 βιβλίων ξαναγυρίζω στον Όμηρο. Με αυτόν άρχισε η πνευματική μου περιπέτεια, με αυτόν θα τελειώσει.
Από πότε ξεκίνησε η αγάπη σας για την ιστορία;
Προτού ακόμη πάω στο σχολείο. Το 1943-1944 έζησα σε μια ανταρτοκρατούμενη περιοχή. Τότε πρωτάκουσα τα ονόματα Άρης, Πελοπίδας, Αστραπόγιαννος, Ωρίων, Καραϊσκάκης κι έβαζα τον πατέρα μου να μου ιστορεί τι σήμαιναν τούτα τα ονόματα. Έτσι αγάπησα τόσο πολύ την Ιστορία, ώστε οι συμμαθητές μου να με λένε «Ιστορικό». Δεν ήθελα να τους διαψεύσω. Έγινα, παρότι πρώτη μου επιθυμία ήταν να γίνω ναυτικός!
Ασφαλώς ήθελα να φωτίσω την προσωπικότητα αυτής της τρομερής γυναίκας αλλά χωρίς να την εξωραΐζω, όπως κάνουν πολλοί ξένοι ιστορικοί. Κυρίως όμως γιατί ήθελα να δείξω το τι επικράτησε στην Ασία και την Ελλάδα μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου. Μια περίοδος άγνωστη στο ευρύ κοινό.
Ποια περίοδος της ελληνικής ιστορίας σάς αρέσει περισσότερο;
Όλες φυσικά, μα πιο πολύ τα Μηδικά, η εκστρατεία του Αλεξάνδρου, που την κατέγραψα σε δυο τόμους (εκδόσεις Περί Τεχνών), η επανάσταση του 1821 που θα ολοκληρωθεί σε επτά τόμους (οι τέσσερις έχουν κυκλοφορηθεί) και ο Μικρασιατικός κόσμος που κυκλοφορείται σε δυο τόμους (εκδόσεις Περί Τεχνών). Με ενδιαφέρουν και εδικά κεφάλαια της αυτοκρατορίας της Κωνσταντινουπόλεως. Δεν τη λέω Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Είναι νεότερη «ταμπέλα», ξενικής προελεύσεως.
Πώς ξεκίνησε η σκέψη να γράψετε το βιβλίο Ολυμπιάδα, ο βίος και η πολιτεία της μητέρας του Μ. Αλεξάνδρου;
Αφού έγραψα για τον πατέρα του Αλεξάνδρου και για τον ίδιο τον Αλέξανδρο, ήταν φυσικό να γράψω και για τη μάνα του που ήταν γυναίκα-θύελλα και γέννησε κεραυνό. Και κάτι άλλο: ήθελα να δείξω ότι ο Αλέξανδρος ήταν διγενής. Από πατέρα Μακεδών και από μάνα Ηπειρώτης.
Αλήθεια, ήταν σπουδαία η Ολυμπιάδα;
Πολύ σπουδαία. Καμιά άλλη γυναίκα της ελληνικής αρχαιότητας δεν την ξεπέρασε, σε δράση αρνητική και θετική. Όπως γράφω στο βιβλίο μου, με αυτή για πρώτη φορά η γυναίκα εισέρχεται πρωταγωνιστικά στον στίβο της ιστορίας – τουλάχιστον στην Ευρώπη.
Γράφετε ότι η Ολυμπιάδα δεν ήταν ετερόφωτη αλλά αυτόφωτη. Μπορείτε να αιτιολογήσετε τη γνώμη σας;
Με το «αυτόφωτη» εννοώ ότι δεν έπαιρνε λάμψη από τη λάμψη του άνδρα και του γιου της. Βεβαίως είχε μορφωθεί από τον συγγενή της Λεωνίδα, που τον έκανε και δάσκαλο του Αλεξάνδρου. Ξεπερνούσε σε παιδεία τον Φίλιππο και συχνά υπήρξε πολύτιμος πολιτικός του σύμβουλος.
Πολλοί ιστορικοί της καταλογίζουν ότι ήταν μια προσωπικότητα που ισορροπούσε μερικές φορές σε τεντωμένο σχοινί. Μήπως γιατί ήθελε να πρωταγωνιστεί στην πολιτική σκηνή;
Ακριβώς, το ήθελε αυτό, γιατί δεν ήθελε να ζει υπό τη σκιά κανενός. Πρωταγωνιστικό ρόλο διεκδίκησε εντονότερα μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου. Όχι τόσο γι’ αυτή αλλά για να μη χαθεί η γενιά και η κληρονομιά του.
Πώς ένιωθε που γέννησε και γαλούχησε έναν από τους μεγαλύτερους άνδρες στην ιστορία, τον Αλέξανδρο;
Όπως μια Ηπειρώτισσα μάνα. Φρόντισε για την ανατροφή του, τον βοήθησε στη στερέωσή του επί του θρόνου και στη διάρκεια της εκστρατείας δεν έπαυε να τον συμβουλεύει στο πώς να μεταχειρίζεται τους φίλους του, ακόμη και στο πώς και τι να τρώει.
Με το βιβλίο σας προσπαθείτε με επιτυχία να φωτίσετε τον βίο και την πολιτεία της Ολυμπιάδας, που δεν είναι πολύ γνωστός στο ευρύ ελληνικό κοινό. Για ποιο λόγο, άραγε;
Ασφαλώς ήθελα να φωτίσω την προσωπικότητα αυτής της τρομερής γυναίκας αλλά χωρίς να την εξωραΐζω, όπως κάνουν πολλοί ξένοι ιστορικοί. Κυρίως όμως γιατί ήθελα να δείξω το τι επικράτησε στην Ασία και την Ελλάδα μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου. Μια περίοδος άγνωστη στο ευρύ κοινό. Και κάτι άλλο: ήθελα να ενισχύσω τις υποψίες μου με διάφορα πρόσθετα στοιχεία για την ταφή του Αλεξάνδρου στη Μακεδονία και μάλιστα στην Αμφίπολη, όπως γράφω επί δεκαετίες.
Παράλληλα έχετε μια απέραντη αγάπη για τα βιβλία. Από πότε;
Από παιδί. Πεινούσα για ψωμί, πεινούσα για βιβλία. Όλες μου τις οικονομίες τις έκανα βιβλία, παλαιές φωτογραφίες, εφημερίδες. Έχω τρεις βιβλιοθήκες: Μία για την αρχαία, μία για τη μεσαιωνική και μία μεγαλύτερη για τη νεότερη και νεότατη ιστορία μας. Απ’ ό,τι διαβάζω, κρατάω σημειώσεις. Έτσι, όταν αισθανθώ κάποιο ερέθισμα για μια περίοδο, προστρέχω στις σημειώσεις αυτές κι έχω αμέσως στη διάθεσή μου την πιο αναγκαία βιβλιογραφία. Είχα κι έχω ακόμη, ευτυχώς, ισχυρή μνήμη. Δεν προσφεύγω ποτέ στη βοήθεια ηλεκτρονικών μέσων.
Πώς βλέπουν οι νέοι μας την ιστορία αλλά και τον πολιτισμό γενικότερα;
Θα έλεγα –πλην τιμητικών εξαιρέσεων– με αδιαφορία λόγω κακοδιδασκαλίας στα σχολεία και στα πανεπιστήμια. Στα παιδιά προσφέρονται πιάτα αμαθείας και κακογουστιάς. Δεν παραβλέπω και το ωφελιμιστικό στοιχείο και μια εσκεμμένη πολιτική να θαφτεί ή να σπιλωθεί το παρελθόν μας.
Τι θα προτείνατε στους νέους επίδοξους συγγραφείς που σκέφτονται να γράψουν ιστορικά βιβλία;
Να διαβάσουν βιβλία και όχι μόνο νέα αλλά και παλιά, να μελετούν αρχειακό υλικό –αυτό έκανα κι εγώ νεαρός–, να επισκέπτονται αρχαιολογικούς χώρους και ιστορικούς τόπους για να αποκτήσουν το «άρωμα» του «τότε» και να μην εμπιστεύονται τις πληροφορίες του διαδικτύου. Είναι αποσπασματικές, συχνά νοθευμένες ή αλλοιωμένες και, το χειρότερο –χαλκευμένες.
Ποιο ιστορικό βιβλίο διαβάσατε τελευταία και σας έκανε εντύπωση;
Διάβασα πολλά αλλά αυτά που μου άρεσαν και τα ξαναδιάβασα ήταν του φίλου μου ναυάρχου Κωνσταντίνου Καταγά Ομηρικά ναυτικά θέματα (εκδόσεις Σιδέρης, 2006) και του επίσης ναυτικού Αθανασίου Ν. Γιαννάκη Ομηρικό λεξικό ναυτικών όρων. Πρόκειται για βιβλία συναρπαστικά με θαλασσινή αύρα. Ίσως, γιατί θέλω να κλείσω την πνευματική μου περιπέτεια ξαναγυρίζοντας στον Όμηρο. «Επάνοδος στον Όμηρο – Ένα βιβλίο για όλους» θα είναι το τελευταίο μου βιβλίο – πιθανώς.
Τι σχεδιάζετε ακόμη;
Στο φετινό ημερολόγιο στην πρώτη σελίδα έγραψα: «Φέτος κλείνω τα ογδόντα μου χρόνια. Δεν θα το παίξω αιώνιος έφηβος για να γίνω καταγέλαστος. Θα πράττω όσα μου επιτρέπουν οι δυνάμεις και η ηλικία μου». Μετά την 11η Ιανουαρίου σημείωσα: «Και όσα μου επιτρέπουν οι γιατροί μου». Συνεπώς τα σχέδιά μου για το μέλλον είναι να ζήσω –όσο ζήσω– χωρίς σχέδια. Να χαρώ, όσο γίνεται, περισσότερα ηλιοβασιλέματα. Είναι τα μόνα στην Ελλάδα που δεν χάλασαν ακόμη οι πολιτικοί μας.
Πηγή:diastixo.gr

Ένα παλαιό, αιχμηρό άρθρο του Σαράντου Καργάκου, που αξίζει να μας βάλει σε σκέψεις και αυτοκριτική -ιδίως όσους υπηρετούν την εκπαίδευση.
Κατά την άποψή μας, ο λόγος είναι υπερβολικά αυστηρός, ενίοτε και ισοπεδωτικός, σήμερα που η ανεργία ειδικά των νέων με ουσιαστικά και όχι τυπικά προσόντα βρίσκεται στα ύψη και πολλοί για να ζήσουν αναγκάζονται να αναζητήσουν εργασία στο εξωτερικό.
Εν τούτοις, το αίτημα για (καλύτερη) αξιοποίηση των ανθρωπιστικών σπουδών και της πνευματικής κληρονομιάς μας για καλλιέργεια κριτικής σκέψης, αγωνιστικού φρονήματος, ήθους, εργατικότητας, τόλμης, πρωτοβουλίας και δημιουργικότητας είναι επίκαιρο και διαχρονικό.

Α.Χ. Παπανδρόπουλος.

«Ακούω ότι το μεγαλύτερο σήμερα πρόβλημα των νέων μας είναι η ανεργία.
Διαφωνώ. Εδώ και τριάντα χρόνια είναι η... εργασία. Ο νέος δε φοβάται την αναδουλειά, φοβάται τη δουλειά. Μια οικογενειακή αντίληψη, ότι δουλειά είναι ό,τι δεν λερώνει, επεκτάθηκε και στο νέο-σουσουδιστικό σχολείο με ευθύνη των κομμάτων, που για λόγους ψηφοθηρίας απεδύθησαν σε μια χυδαία πολιτική παιδοκολακείας, η οποία μετά τη δικτατορία εξέθρεψε και διαμόρφωσε δύο γενιές "κουλοχέρηδων"... παιδιών δηλαδή που δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα χέρια τους -πέρα από τη μούντζα- για καμιά εργασία από αυτές που ονομάζονται χειρωνακτικές, επειδή -τάχα- είναι ταπεινωτικές.
Κι ας βρίσκεται μέσα στη λέξη "χειρώναξ", σαν δεύτερο συνθετικό το "άναξ", που κάνει τον δουλευτή, τον άνακτα χειρών, βασιλιά στον χώρο του, βασιλιά στο σπιτικό του, νοικοκύρη δηλαδή, λέξη άλλοτε ιερή που ποδοπατήθηκε κι αυτή μες στην ασυναρτησία μιας πολιτικής που έδειχνε αριστερά και πήγαινε δεξιά και τούμπαλιν. Γι' αυτό τουμπάραμε...
Κάποτε, έγραφα πως η ανεργία στον τόπον μας είναι επιλεκτική, ότι δουλειές υπάρχουν αλλά ότι δεν υπάρχουν χέρια να τις δουλέψουν. Κι έπρεπε να κατακλυσθεί ο τόπος από 1,5 εκατομμύριο λαθρομετανάστες, για να αποδειχθεί ότι στην Ελλάδα υπήρχε δουλειά πολλή αλλ' όχι διάθεση για δουλειά. Τα παιδιά -τα μεγάλα θύματα αυτής της ιστορίας- είχαν γαλουχηθεί με τη νοοτροπία του «White collar workers».
Έτσι σήμερα, το πιο φτηνό εργατικό και υπαλληλικό δυναμικό είναι οι... πτυχιούχοι, που ζητούν εργασία ακόμη και στον OΤΕ ως έκτακτοι, τηλεφωνητές, προσκομίζοντας στα πιστοποιητικά προσόντων ακόμη και διδακτορικά! Γέμισε ο τόπος πανεπιστήμια, σχολές επί σχολών, επιστημονικούς κλάδους αόριστους, ομιχλώδεις και ασαφείς, απροσδιορίστου αποστολής και χρησιμότητας. Πτυχία-φτερά στον άνεμο σαν τις ελπίδες των γονιών, που πιστεύουν ότι τα παιδιά μόνον με τα «ντοκτορά» θα βρουν δουλειά. Έτσι παράγονται επιστήμονες που είναι δεκαθλητές του τίποτα, ικανοί μόνο για το δημόσιο ή για υπάλληλοι κάποιας πολυεθνικής.
Παρ' όλο που γέμισε η χώρα μας τεχνικές σχολές (τι ΤΕΛ, τι ΤΕΙ, τι ΙΕΚ!), οι πιο άτεχνοι νέοι είναι οι νέοι της Ελλάδος. Παίρνουν πτυχίο τεχνικής σχολής και δεν έχουν πιάσει κατσαβίδι οι πιο πολλοί. Δεν ξέρουν να διορθώσουν μια βλάβη στο αυτοκίνητό τους, στο ραδιόφωνο ή στο τηλέφωνό τους. Είναι άχεροι, ουσιαστικά χωρίς χέρια. Τώρα με τα ηλεκτρονικά ξέχασαν να γράφουν, ξέχασαν να διαβάζουν, εκτός φυσικά από "μηνύματα" του αφόρητου "κινητού" τους.
Τούτη η παιδεία, που όχι μόνο παιδεία δεν είναι αλλ' ούτε καν εκπαίδευση, αφού δεν καλλιεργεί καμιά δεξιότητα, εκτός από τη ραθυμία, την αναβλητικότητα και τον φόβο της δουλειάς, όχι μόνο δεν καλλιεργεί τον νέο εσωτερικά αλλά τον πετρώνει δημιουργικά σαν τα παιδιά της Νιόβης. Τα κάνει άχρηστα τα παιδιά για παραγωγική εργασία, γιατί ο θεσμός της παπαγαλίας και η νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας, με το πρόσχημα να μην τα κουράσομε, τους αφαιρεί την αυτενέργεια, την πρωτοβουλία, τη φαντασία και την πρωτοτυπία. Το σχολείο, αντί να μαθαίνει τα παιδιά πώς να μαθαίνουν, τα νεκρώνει πνευματικά.
Δεν τα μαθαίνει πώς να σκέπτονται αλλά με τι να σκέπτονται. Έτσι τα κάνει πτυχιούχους βλάκες. Βάζει όρια στον ορίζοντα της σκέψης και των ενδιαφερόντων. Τα χαμηλοποιεί. Τα κάνει να βλέπουν σαν τα σκαθάρια κοντά, κι όχι να θρώσκουν άνω, να έχουν έφεση για κάτι πιο πέρα, πιο τρανό και πιο μεγάλο. Το έμβλημα πια του ελληνικού σχολείου δεν είναι η γλαυξ, είναι ο παπαγάλος, ο μαθητής-βλαξ που καταπίνει σελίδες σαν χάπια και που θεωρεί ως σωστό ό,τι γράφει το σχολικό.
Και το λεγόμενο "σχολικό" είναι συνήθως αισχρό και ως λόγος και ως περιεχόμενο. Και τολμώ να λέγω αισχρό, διότι πρωτίστως το "Αναγνωστικό", που πρέπει να είναι ευαγγέλιο πνευματικό ειδικά στο Δημοτικό, αντί να καλλιεργεί την αγάπη για τη δουλειά, καλλιεργεί την απέχθεια. Πού πια, όπως παλιά, ο έρωτας για την αγροτική, τη βουκολική και τη θαλασσινή ζωή;
Ο ναύτης δεν είναι πρότυπο ζωής. Πρότυπο ζωής είναι ο "χαρτογιακάς". Όσο κι αν ήσαν κάπως ρομαντικά τα παλιά "Αναγνωστικά", καλλιεργούσαν τον έρωτα για τη δουλειά. Ακούω πως δεν πάει καλά η οικονομία. Μα πώς να πάει, όταν με τη ναυτιλία που προσφέρει το 5,6% του ΑΕΠ ασχολείται μόνο το 1% των Ελλήνων; (Με τον αγροτικό τομέα που προσφέρει το 6,6% του ΑΕΠ ασχολείται το 14,5% του πληθυσμού). Διερωτώμαι, τι είδους ναυτικός λαός είμαστε, όταν αποστρεφόμαστε τη θάλασσα και στα ελληνικά καράβια κυριαρχούν Φιλιππινέζοι, Αλβανοί και μελαψοί κάθε αποχρώσεως;
Το σχολείο καλλιεργεί τον έρωτα για την τεμπελιά, όχι για δουλειά. Τα πανεπιστήμια και οι ποικιλώνυμες σχολές επαυξάνουν τον έρωτα αυτό. Πράγματα που μπορούν να διδαχθούν εντός εξαμήνου -και μάλιστα σε σεμιναριακού τύπου μαθήματα- απαιτούν τετραετία! Βγαίνουν τα παιδιά από τις σχολές και δικαίως ζητούν εργασία με βάση τα "προσόντα" τους, αλλά τέτοιες εργασίες που ζητούν, τέτοια προσόντα δεν υπάρχουν. Αν δεν απατώμαι, υπάρχουν δύο σχολές θεατρολογίας -πέρα από τις ιδιωτικές θεατρικές σχολές- που προσφέρουν άνω των 300 πτυχίων το έτος. Πού θα βρουν δουλειά τα παιδιά αυτά;
Αν όμως το σχολείο από το Δημοτικό καλλιεργούσε την τόλμη, την αυτενέργεια, βράβευε την πρωτοβουλία, την ανάληψη ευθυνών, την αγάπη για την οποιαδήποτε δουλειά, ακόμη και του πλανόδιου γαλατά, θα είχαμε κάνει την Ελλάδα Ελδοράδο, όπως έγινε Ελδοράδο για τους εργατικούς Αλβανούς, Βουλγάρους, Πολωνούς, Γεωργιανούς, Αιγυπτίους αλιείς, Πακιστανούς και Ουκρανούς.
Σήμερα αυτοί είναι η εργατική κι αύριο η επιχειρηματική τάξη της Ελλάδος. Κι οι Έλληνες, αφήνοντας την πατρώα γη στα χέρια των Αλβανών που τη δουλεύουν, την πατρώα θάλασσα στα χέρια των Αιγυπτίων που την ψαρεύουν, θα μεταβληθούν σε νομάδες της Ευρώπης ή των ΗΠΑ ή θα τρέχουν για δουλειά στην Αλβανία, που ξεπερνά σε νόμιμη και παράνομη επιχειρηματική δραστηριότητα όλες τις χώρες της Βαλκανικής.
Γέμισαν τα Τίρανα ουρανοξύστες, κτίρια γιγάντια, κακόγουστα μεν, σύγχρονα δε. Περίπου 100 ιδιωτικά σχολεία λειτουργούν στην πρωτεύουσα της χώρας των αετών. Εμείς αφήσαμε αδιαπαιδαγώγητη την εργατική και την αγροτική τάξη. Στην πρώτη περάσαμε σαν ιδεολογία-θεολογία το σύνθημα "Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη" και υποχρεώσαμε πλήθος επιχειρήσεις να κλείσουν ή να μεταφερθούν αλλού.
Μετά διαφθείραμε τους αγρότες με παροχές χωρίς υποχρεώσεις και τους δημιουργήσαμε νοοτροπία μαχαραγιά. Γέμισε η επαρχία με... "Κέντρα Πολιτισμού", όπου "μπαγιαντέρες" κάθε λογής και φυλής άναβαν πούρο με φωτιά πεντοχίλιαρου ! Το μπουκάλι με το ουίσκι βαπτίστηκε ... αγροτικό! Τώρα, όμως, που έρχονται τα "εξ εσπερίας νέφη", χτυπάμε το κεφάλι μας. Και πού να φθάσουν τα "εξ Ανατολής", σαν εισέλθει η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση! Θα γίνει η Ελλάς vallis flentium (=κοιλάς κλαυθμώνων) και θα κινείται quasi osculaturium inter flentium et dolorum (=σαν εκκρεμές μεταξύ θλίψεως και οδύνης).
Δεν είμαι υπέρ μιας παιδείας που θα υποτάσσεται στην οικονομία. Θεωρώ ολέθριο να χαράσσεται μια εκπαιδευτική πολιτική με κριτήρια οικονομικής αναγκαιότητας. Θεωρώ ολέθρια όμως και την παιδεία που εθίζει τα παιδιά στην οκνηρία, που τα κουράζει με την παπαγαλία και το βάρος άχρηστων μαθημάτων. Το μεγαλύτερο κεφάλαιο της χώρας είναι τα κεφάλια των παιδιών της.
Τούτη η παιδεία αποκεφαλίζει τα παιδιά. Τα κάνει ικανά να μην κάνουν τίποτε. Ούτε να βλαστημήσουν. Ακόμη και η αισχρολογία τους περιορίζεται στη λέξη που τα κάνει συνονόματα. Αν τους πεις βρισιά της περασμένης 20ετίας θα νομίσουν ότι μιλάς αρχαία Ελληνικά!
Είναι θλιβερή η εικόνα που παρουσιάζει σήμερα, παρουσίαζε χθες και θα παρουσιάζει κι αύριο η ελληνική κοινωνία: να υπάρχουν άνθρωποι άνω των 65 ετών, άνω των 70 ετών, που, ενώ έχουν συνταξιοδοτηθεί, εργάζονται νυχθημερόν, για να συντηρούν τα παιδιά τους μέχρι να τελειώσουν τις ατελείωτες σπουδές τους, τα παιδιά που λιώνουν τα νιάτα τους στα "κηφηνεία", που πάνε σπίτι τους να κοιμηθούν την ώρα που οι Αλβανοί πάνε για δουλειά. Θα μου πείτε, τι δουλειά; Οποιαδήποτε δουλειά, αρκεί να είναι τίμια.
Όταν μικροί -ακόμη στο Δημοτικό- μαθαίναμε απέξω τον Τυρταίο (ποιος τολμά σήμερα να διδάξει Τυρταίο;), δεν τον μαθαίναμε για να γίνουμε πολεμοχαρείς αλλά για να νιώθουμε ντροπή, όταν στη μάχη της ζωής, στην πρώτη γραμμή είναι οι παλαιότεροι, οι "γεραιοί" και οι νέοι κρύβο­νται πίσω από τη σκιά τους. "Αισχρόν γαρ δη τούτο... κείσθαι πρόσθε νέων, άνδρα παλαιότερον". Σήμερα, βέβαια, οι χειρωνακτικές εργασίες ελέγχονται σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα από ξένους. Στις οικοδομές μιλούν αλβανικά, στα χωράφια πακιστανικά. Σε λίγο, οι χειρωνακτικές επιχειρήσεις θα περάσουν στα χέρια των Κινέζων που κατασκευάζουν ήδη το μεγαλύτερο μέρος των τουριστικών ειδών που θυμίζουν... Ελλάδα. Ακόμη και τις σημαίες μας στην Κίνα τις φτιάχνουν!
Κι εμείς; Εμείς, όπως πάντα, φτιάχνουμε τα τρία κακά της μοίρας μας. "Φτιάχνουμε" τη ζωή μας στην τηλοψία, που δίνει τα μοντέρνα πρότυπα οκνηρίας στη νεολαία, ποθούμε μια χρυσίζουσα ζωή σαν αυτήν που προσφέρει το "γυαλί", αγοράζουμε πολυτελή αυτοκίνητα με δόσεις, κάνουμε διακοπές με "διακοποδάνεια", εορτάζουμε με "εορτοδάνεια" και πεθαίνουμε με "πεθανοδάνεια". Έλεγε ο Φωκίων, που πλήρωσε τέσσερις δραχμές τη δεύτερη δόση του κωνείου που χρειαζόταν για να "απέλθει", πως στην Αθήνα δεν μπορεί ούτε δωρεάν να πεθάνει κανείς.
Έπρεπε να ζούσε τώρα... Λυπάμαι που θα το πω, αλλά πρέπει να το πω: το σχολείο, οι σχολές και τα ΜΜΕ σακάτεψαν και σακατεύουν τη νεολαία, γιατί μιλούν συνεχώς για τα δικαιώματά της -δικαιώματα στην τεμπελιά- και ποτέ για υποχρεώσεις, ποτέ για χρέος, ποτέ για καθήκον. Το καθήκον έγινε άγνωστη λέξη».
Πηγή:www.euro2day.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: