Life for Life
"Το θαύμα δεν είναι πουθενά
παρά κυκλοφορεί μέσα
στις φλέβες του ανθρώπου!!!"


"Στης σκέψης τα γυρίσματα μ’ έκανε να σταθώ
ιδέα περιπλάνησης σε όμορφο βουνό.
Έτσι μια μέρα το ’φερε κι εμέ να γυροφέρει
τ’ άτι το γοργοκίνητο στου Γοργογυριού τα μέρη !!!"


ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΜΑΣ
Εμείς στο χωριό μας έχουμε ακόμα αυλές. Εκεί μαζευόμαστε, αμπελοφιλοσοφούμε,
καλαμπουρίζουμε, ψιλοτσακωνόμαστε μέχρι τις... πρώτες πρωινές ώρες! Κοπιάστε ν' αράξουμε!!!
-Aναζητείστε το"Ποίημα για το Γοργογύρι " στο τέλος της σελίδας.

10.10.16

ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ ΓΚΕΝΖΙ ΜΟΥΡΑΣΑΚΙ SHIKIBU Η επιλογή έγινε από τον Ιαπωνολόγο Επικούρειο Πέπο.

Murasaki Shikibu – The Tale of Genji

Αυτό είναι, τουλάχιστον σύμφωνα με το οπισθόφυλλο το βιβλίου, το πρώτο μυθιστόρημα που γράφτηκε ποτέ. Συγγραφέας του φέρεται να είναι η Μουρασάκι, μια ορφανή από μητέρα γυναίκα, που έζησε στην αυτοκρατορική αυλή της Ιαπωνίας τον 11ο αιώνα. Προστάτης αλλά και επίδοξος μελλοντικός εραστής της είναι ο Γκέντζι, ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, ο οποίος ανέλαβε τη φροντίδα της από παιδί, με σκοπό όταν μεγαλώσει να την κάνει γυναίκα του.
«Ευτυχισμένος είναι αυτός του οποίου οι πράξεις περνάνε απαρατήρητες σ’ αυτό τον κόσμο», διαβάζουμε σε κάποιο σημείο του βιβλίου. Ο Γκέντζι, ο ήρωάς μας, την ομορφιά και τη νοημοσύνη του οποίου, εξυμνεί η συγγραφέας, σύμφωνα με τον πιο πάνω αφορισμό δε θα μπορούσε ποτέ να γίνει ευτυχισμένος. Τη βασική ευθύνη ωστόσο δεν τη φέρει ο ίδιος, αλλά το παρουσιαστικό και ο περίγυρός του, που του φουσκώνουν τα μυαλά, που δεν αφήνουν να βγει στο φως η καλοσύνη που κρύβει πίσω από την εικόνα του.

«Η ιστορία του Γκέντζι» είναι μια ιστορία παράφορου έρωτα και ατελείωτων απογοητεύσεων, μηχανορραφιών και επιδείξεων γνώσης και δύναμης, φιλίας και προδοσίας. Ο Γκέντζι μοιάζει με ένα άνθρωπο ελεύθερο μα φυλακισμένο, υπόδουλο στις ορμές του, τυφλό στις αδυναμίες του, γενναιόδωρο, θαραλλέο, μα και αλαζόνα. Αυτό το τελευταίο ελάττωμα είναι που θα τον βάλει στους περισσότερους μπελάδες, αλλά αυτό το ίδιο είναι που θα τον οδηγήσει κιόλας κάποτε στην εξορία και την αυτογνωσία.
Η Μουρασάκι έφτιαξε ένα μυθιστόρημα-χρονικό, μια μαρτυρία για μια ολόκληρη, χαμένη στο χθες εποχή, αλλά και μια ιστορία αγάπης, με πολλά ωστόσο αντικείμενα. Ο ήρωάς της είναι φτιαγμένος με μαστοριά και κατασκευασμένος με ποιητική στόφα. Τα γράμματά του είναι ποιήματα, τα λόγια του στάζουν μέλι. Θα ήταν τέλειος, αν δεν τον έτρωγε το σκουλήκι του ανικανοποίητου, αυτό που τον οδηγούσε ξανά και ξανά στην αναζήτηση «δύσκολων και μη συμβατικών σχέσεων».

«Ο ποιητής που είπε ότι αγαπάμε μόνο όσο ζούμε δε γνώριζε και πολλά πράγματα για την αγάπη», υποστηρίζει κάπου ο Γκέντζι. Μα μήπως γνωρίζει ο ίδιος; Αρχικά όχι. Αλλά όσο περνάει ο καιρός, όσο οι αναμνήσεις της έκλυτης ζωής και των αμέτρητων σωματικών απολαύσεων αρχίζουν να ξεθωριάζουν, τόσο αλλάζει και η ψυχοσύνθεσή του. Τόσο πιο πολύ χαρίζει την αγάπη και την αφοσίωσή του σ’ εκείνους που ηθελημένα ή άθελά του πλήγωσε και στο κορίτσι που, μόνο και μόνο με το να υπάρχει, τον έκανε καλύτερο άνθρωπο.
Δε θα μπορούσαμε να δώσουμε ένα ορισμό γι’ αυτό το βιβλίο, να το περιγράψουμε με λόγια απλά. Αν και ο παρόν τόμος περιλαμβάνει μόνο το ένα τέταρτο του πρωτότυπου κειμένου, που μάλλον ξεπερνά τις 1200 σελίδες, ξεχειλίζει από εικόνες ομορφιάς, στιγμές έρωτα, σκηνές ατελείωτου πόνου, ποίηση και σοφία. Κάτι σαν συσκευασία – όχι δύο σε ένα, αλλά πολλών διαφορετικών στοιχείων.
Η επιλεκτική ωστόσο μετάφραση των κεφαλαίων του, μοιάζει να του στερεί κάτι από την αρχική μαγεία, ενώ δεν απουσιάζουν και τα λάθη (κάποια στιγμή ένας αξιωματούχος θρηνεί για το θάνατο της κόρης του, για τον οποίο μόλις εκείνη τη στιγμή μαθαίνουμε, ενώ πού και πού υπάρχουν χρονικές ασυνέπειες). Ωστόσο οι χάρες του είναι τόσες πολλές που αξίζει να διαβαστεί από κάθε φίλο της γιαπωνέζικης λογοτεχνίας.
Η Μουρασάκι Σικίμπου (ιαπ. 紫式部, τέλη του 10ου αιώνα στο Κιότο - αρχές του 11ου αιώνα) ήταν συγγραφέας και κυρία της αυτοκρατορικής αυλής στην Ιαπωνία της εποχής Χεϊάν. Είναι η συγγραφέας του Ιστορία του Γκέντζι, του πρώτου σημαντικού μυθιστορήματος του απω-ανατολικού κόσμου και αριστουργήματος της κλασικής ιαπωνικής και της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Σήμερα δεν υπάρχει σχεδόν καμία ακριβής πηγή πληφοριών για τη ζωή της Μουρασάκι Σικίμπου και γι' αυτό συχνά μόνο υποθέσεις είναι δυνατές.
Το πραγματικό όνομά της είναι άγνωστο, όπως και πολλά άλλα στοιχεία από τη ζωή της και για το πώς έλαβε το όνομα Μουρασάκι Σικίμπου (Βιολέττα της τελετουργίας) υπάρχουν διάφορες θεωρίες. Το βέβαιο είναι πως καταγόταν από ένα λιγότερο σημαντικό και λογοτεχνικά δραστήριο παρακλάδι της τότε πανίσχυρης οικογένειας Φουτζιβάρα. Στην αρχή ζωής της στην αυλή πήρε το όνομα Το νο Σικίμπου (藤の式部) πιθανότατα επειδή ο πατέρας και αργότερα και ο αδερφός της κατείχαν θέσεις στο Γραφείο Τελετουργιών.
Ο χαρακτήρας κάντζι 藤, ο οποίος διαβάζεται στα σινο-ιαπωνικά ως το, στην ανάγνωση κουν μπορεί να σημαίνει φούτζι. Αυτό αποτελεί ένδειξη για την καταγωγή της Σικίμπου από την οικογένεια Φουτζιβάρα (藤原), καθώς το φούτζι εκτός από πρώτη συλλαβή του οικογενειακού ονόματος, σημαίνει μεταφρασμένο και γλυστίνα, το οικόσημο της πατριάς Φουτζιβάρα.
Για την προέλευση του ονόματος Μουρασάκι υπάρχουν διάφορες θεωρίες. Σύμφωνα με μια, σχετίζεται με ένα γνωστό ποίημα από το Κοκίν-βακασού (Συλλογή παλιών και νέων ποιημάτων) στο οποίο αναφέρθηκε ο αυτοκράτορας Ιτσιτζό (一条天皇, 980–1011) όταν εισήγαγε τη Μουρασάκι στην αυλή. Θα μπορούσε όμως να σχετίζεται και με το χρώμα των ανθών της γλυστίνας (η οποία ονομάζεται και «γαλάζια βροχή» λόγω των γαλάζιων και βιολετί ανθών της), καθώς το Μουρασάκι μεταφράζεται ως βιολετί ή μωβ. Μια άλλη διαδεδομένη θεωρία αποδίδει το όνομα στο πιο γνωστό της έργο, την Ιστορία του Γκέντζι, στο οποίο η πρωταγωνίστρια ονομάζεται Μουρασάκι (νο) Ούε (紫上).

Ένα από τα λίγα βάσιμα στοιχεία για τη Μουρασάκι Σικίμπου είναι πως γεννήθηκε στο Χεϊάν-κιό, το σημερινό Κιότο. Ακόμη και το έτος γέννησής της είναι όμως αβέβαιο, σαν υποθέσεις βρίσκει κανείς το 970 (Τενρόκου 天禄 1), το 973 (Τεν'εν 天延 1) ή το αργότερο 978 (Τένγκεν 天元 1). Η Μουρασάκι θα μπορούσε να έχει γεννηθεί τόσο στο σπίτι του πατέρα της, Φουτζιβάρα Ταμετόκι (947 - ;), όσο και σε αυτό του παππού της, καθώς δεν ήταν ασυνήθιστο για μια γυναίκα να επιστρέφει στο σπίτι της οικογένειάς της για τη γέννηση του παιδιού της.
Επίσης άγνωστο είναι αν ο πατέρας της ήταν παντρεμένος με τη μητέρα της, επίσης μέλος των Φουτζιβάρα, καθώς την ίδια εποχή είχε παιδιά με άλλη γυναίκα και η πολυγαμία ήταν διαδεδομένη στα αριστοκρατικά στρώματα της εποχής. Όμως είναι βέβαιο πως η Μουρασάκι είχε δύο αδέρφια, μια μεγαλύτερη αδερφή και το μικρότερο αδερφό Νομπουνόρι (974-1011), κατά τη γέννηση του οποίου η μητέρα τους μάλλον πέθανε.
Φαίνεται να κληρονόμησε τη λογοτεχνική της κλίση από την πλευρά της μητέρας της, αν και από την πλευρά του πατέρα της διαδέχτηκε μια γραμμή δώδεκα προγόνων ιδιαίτερα προικισμένων στη λογοτεχνία και τα γράμματα. Ο προπαππούς της, Φουτζιβάρα Κανεσούκε (877-933), είχε συμπεριληφθεί στο Σαντζούροκασεν (三十六歌仙, Συλλογή έργων 36 ποιητών) και ο πατέρας της ήταν διάσημος για την εξαιρετική του ικανότητα στην κινέζικη γραφή.
Οι λιγοστές πηγές για την παιδική ηλικία της Μουρασάκι προέρχονται από μεμονωμένες αναφορές σε ημερολόγια. Είναι πιθανό να έμενε στο σπίτι του παππού της Ταμενόμπου, μέχρι που αυτός εισήλθε στην τάξη των ιερέων, οπότε και να μετακόμισε στον πατέρα της. Το γεγονός όμως πως κατά την παιδική της ηλικία ο πατέρας της έκανε μαθήματα κινεζικών σπουδών (λογοτεχνία και γραφή) στη Μουρασάκι και τον αδερφό της αποδυναμώνει αυτή την υπόθεση. Εκείνη την εποχή ήταν μάλλον ασυνήθιστο για κορίτσια να λάβουν εκτεταμένη παιδεία. Μια επιφανειακή γνώση λογοτεχνίας και τεχνών θεωρούνταν αρκετή και γι' αυτό το υψηλό επίπεδο παιδείας που έλαβε η Μουρασάκι μέσω των κοινών μαθημάτων με τον αδερφό της ήταν εκτός του κοινωνικού κανόνα.

Το 996 ο πατέρας της Μουρασάκι διορίστηκε διοικητής στην επαρχία Ετσιζέν (σημερινός νομός Φουκούι. Έτσι δόθηκε στη Μουρασάκι η τότε σπάνια ευκαιρία να βγει από την πρωτεύουσα, καθώς ως κόρη καλής οικογένειας της ήταν απαγορευμένα τα ταξίδια αναψυχής.
Ενάμιση χρόνο μετά η Μουρασάκι επέστρεψε στο Κιότο και νυμφεύθηκε το 998 ή 999 τον Φουτζιβάρα Νομπουτάκα (藤原宣孝, 952–1001), έναν εξάδελφο τετάρτου βαθμού, ο οποίος είχε ήδη ενήλικα παιδιά την εποχή του γάμου. Το 999 γεννήθηκε η κόρη της Μουρασάκι, Κατάκο, η οποία έγινε αργότερα γνωστή ως Ντάινι (νο) Σάνμι (大弐三位, 999–1077). Σύμφωνα με μη επιβεβαιωμένες υποθέσεις, η Κατάκο ενδέχεται να ολοκλήρωσε το Ιστορία του Γκέντζι μετά το θάνατο της μητέρας της. Το 1001 πέθανε ο σύζυγός της Νομπουτάκα και το φθινόπωρο του ίδιου έτους πιθανώς η Μουρασάκι ξεκίνησε τη συγγραφή του Ιστορία του Γκέντζι.
Η Μουρασάκι εισήλθε στην υπηρεσία της αυτοκράτειρας Τζοτόμον'ιν (上東門院, 988-1074, γνωστή και ως Φουτζιβάρα νο Σόσι, κόρη του Μιτσινάγκα) την 29η ημέρα του 12ου μήνα του δεύτερου έτους Κανκό (寛弘二).
Αυτό ήταν φυσικά μεγάλη τιμή, ωστόσο η Μουρασάκι πήγε απρόθυμα στην αυλή και μετά από μικρό διάστημα επέστρεψε στο σπίτι της καθώς η ζωή στην αυλή ήταν διαφορετική από την εικόνα που είχε αποκτήσει από αφηγήσεις. Οι άνθρωποι της αυλής ήταν κριτικά διακείμενοι απέναντί της και ισχυρίζονταν επιπλέον πως ο πατέρας της ήταν αυτός που σκέφτηκε τη δράση του Ιστορία του Γκέντζι και πως η Μουρασάκι απλά την κατέγραψε και τη διάνθισε. Παρόλο που οι άλλοι αυλικοί τη μισούσαν, τη μείωναν και την πλήγωναν, παρέμεινε στην αυλή με την παράκληση της αυτοκράτειρας ως κυρία της αυλής στην υπηρεσία της. Ο αυτοκράτορας Ιτσιτζό (一条天皇, 980-1011) επίσης την υποστήριξε και τη θεωρούσε τόσο ευφυή ώστε να δηλώσει πως η Μουρασάκι έχει διαβάσει το Νιχόνγκι, ένα από τα δύο αρχαία έργα της ιαπωνικής ιστορίας, γραμμένο σε κλασσικά κινεζικά. Η ιδιαιτερότητα ήταν πως οι γυναίκες της εποχής δεν μπορούσαν να διαβάσου και να γράψουν κινεζικά αλλά χρησιμοποιούσαν τη λεγόμενη γραφή γυναικών (όνα-ντε).

Υπήρχε και άλλη μια αυλική για την οποία ήταν γνωστό ότι μπορούσε να χειριστεί την κινεζική γραφή, η Σέι Σόναγκον (清少納言, 966; - 1025;), συγγραφέας του Μακούρα νο Σόσι (枕草子, Βιβλίο του μαξιλαριού), η οποία ήταν εξοικειωμένη με την αυλική ζωή, ήταν προκλητική και γεμάτη αυτοπεποίθηση. Η Σέι Σόναγκον διέσυρε το σύζυγο της μικρής ετεροθαλούς αδερφής της Μουρασάκι επειδή αυτός, ως υπάλληλος της αυλής, είχε συντάξει ένα κείμενο με ιδιαίτερη δυσανάγνωστη γραφή. Επίσης κακολογούσε τον αποθανόντα σύζυγο της Φουτζιβάρα Νομπουτάκα. Η Μουρασάκι, η οποία μάλλον υπερτερούσε στην ευχέρειά της στα κινεζικά, είχε σουφρώσει τη μύτη και στο ημερολόγιό της ποτέ δεν αναφέρθηκε ευνοϊκά για αυτή.
Ένας άλλος λόγος για την αμοιβαία αντιπάθεια ήταν πως υπηρετούσαν στην ακολουθία διαφορετικών αυτοκράτειρων. Η πρώτη και έτσι η τυπικά ιεραρχικά ανώτερη σύζυγος του Ιτσιτζό ήταν η αυτοκράτειρα Σαντάκο (ή Τεϊσι, 定子, 977-1000) στις οποίας την ακολουθία ανήκε η Σέι Σόναγκον. Εκείνη την εποχή όμως η εξουσία ήταν στα χέρια των Φουτζιβάρα και κυρίως του Φουτζιβάρα Μιτσινάγκα. Όταν κατάφερε να κάνει την κόρη του αυτοκράτειρα εξασφάλισε ότι αυτή θα ήταν που θα ήταν ιεραρχικά ανώτερη. Αυτό ήταν ένα βαρύ χτύπημα για την αυτοκράτειρα Σαντάκο και την ακολουθία της και έτσι δεν ήταν ευνοϊκά διακείμενοι απέναντι στη νέα αυτοκράτειρα και την ακολουθία της.

Η Μουρασάκι επένδυσε πολύ χρόνο στη συγγραφή του Ιστορία του Γκέντζι αλλά ταυτόχρονα έπρεπε να αντεπεξέλθει και στις υποχρεώσεις της στην αυλή. Έπρεπε να μάθει να παίζει το Κότο, να εξασκείται στην καλλιγραφία και να διασκεδάζει την αυτοκράτειρα. Εισήγαγε την αυτοκράτειρα όχι μόνο στα έργα που συνιστούσαν οι υπουργοί και ο αυτοκράτορας, αλλά κρυφά και συλλογές ποιημάτων, όπου η Μουρασάκι έβλεπε τη δυνατότητα να διαμορφώσει από την αυτοκράτειρα μια γυναίκα με υψηλές ηθικές προσδοκίες, πράγμα το οποίο ενέκρινε ο πατέρας της, Μιτσινάγκα. Το φθινόπωρο του 1008 άρχισε να συγγράφει το Μουρασάκι Σικίμπου νίκι (紫式部日記), το οποίο περιέγραφε τη ζωή στην αυλή και αναφερόταν στη χρονική περίοδο πριν και μετά τη γέννηση του πρίγκηπα του στέμματος Ατσουχίρα (敦成親王, αργότερα γνωστός με το όνομα Γκο-Ιτσιτζό Τενό (後一条天皇, 1008-1036). Στο ημερολόγιό της έγραφε, μέχρι την ολοκλήρωση του έργου, τις σκέψεις της για εκδηλώσεις, γεγονότα και τη γνώμη της για τις άλλες κυρίες της αυλής.
Πιθανόν η Μουρασάκι να έφυγε για κάποιο διάστημα από την αυλή το 1011, καθώς έπρεπε να αντιμετωπίσει το θάνατο του αγαπημένου της αδερφού Νομπουνόρι. Το πότε επέστρεψε στην αυλή και το πως διαμορφώθηκε η ζωή της από τότε έως το θάνατό της δεν έχει αποσαφηνιστεί.
Το έτος θανάτου της Μουρασάκι είναι άγνωστο και εικάζεται πως ήταν το 1014 (Τσόβα 長和 3), το 1016 (Τσόβα 5) ή το 1025 (Μάντζου 万寿 2). Πιθανότερο είναι το 1016, μιας και ο πατέρας της έγινε μέλος σε ένα βουδιστικό μοναστήρι το ίδιο έτος, ίσως λόγω του πένθους του για το θάνατο της Μουρασάκι και του αδερφού της.
Ο τάφος της Μουρασάκι Σικίμπου υποτίθεται πως βρίσκεται νότια του Μπιακουγκό-ιν, ενός μοναστηριού ουρίν-ιν του Κιότο και δυτικά του τάφου του Τακαμούρα νο Όνο (篁小野, αυλικός, ποιητής και λόγιος, 802–853).
Η Μουρασάκι θεωρείται ως ένα από τα σημαντικότερα πρόσωπα της ιαπωνικής λογοτεχνίας. Σε όλη την Ιαπωνία έχουν τοποθετηθεί αγάλματα προς τιμή της και τα έργα της είναι σημαντικό κομμάτι της ιαπωνικής παιδείας. Το χαρτονόμισμα των 2000 γιέν που εκδόθηκε τον Ιούλιο του 2000 αναπαριστά στην πίσω πλευρά μια σκηνή από το Ιστορία του Γκέντζι και κάτω δεξιά τη Μουρασάκι Σικίμπου.
πηγή: Βικιπαίδεια-literature.blogspot.gr with love fuji tomo kazu.